Η αγάπη μου για τον Υιό του Ανθρώπου και το Χριστιανισμό ως τρόπο ζωής είναι απέραντη, ωστόσο, μου είναι αδύνατο να πιστέψω σε έναν μεταφυσικό κόσμο.
Αυτό το ποίημα είναι η προσωπική μου άποψη για τον Θεό, Ιησού, και τη Μαρία Μαγδαληνή. Παρακαλώ μην συνεχίσετε να διαβάζετε αυτό το ποίημα αν προσβάλλεστε εύκολα ή αν είστε μισαλλόδοξοι στις απόψεις άλλων ανθρώπων.
Το ποίημα αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα "Ο Τελευταίος Πειρασμός" του Νίκου Καζαντζάκη.
|
Ο Ιησούς και η Μαρία Μαγδαληνή |
Κύριε μου, πάντοτε θάμε δική σου. Από μικρό κορίτσι, ζούσα περιμένοντας τη μέρα που θα 'ρχόσουνα πάλι κοντά μου.
Όταν ήμουνa δεκατριών και εσύ σχεδόν στα δεκαπέντε—μικρά παιδάκια ακόμη—με κοίταξες στα μάτια και από εκείνη τη στιγμή η μοίρα μου σφραγίστηκε. Μ' έπιασες στην αγκαλιά σου και μου 'πες λόγια που ποτέ δεν είχα ακούσει ως τότε, λόγια που δεν θα άκουγα ποτέ ξανά. Φιληθήκαμε—ένα τρυφερό φιλί, αγνό και αθώο—μα καταλάβαμε κι οι δυό ότι σταυρώσαμε γραμμές. Με χάιδεψες, και ζαλισμένος χάθηκες στη μυρωδιά πού χόρευε στα πονεμένα στήθια μου.
Τρομαγμένος έτρεξες να φύγεις. Σκόνταψες, έπεσες χάμω και άρχισες να τρέμεις. Σου σκούπισα το στόμα, όμως κάθε φορά που σ' άγγιζα σπαρταρούσες σαν μικρό πουλί. Γονατιστή Τον παρακάλεσα να σε αφήσει ελεύθερο, αλλά ο Ιεχωβάς είναι ζηλιάρης και σκληρός. Ότι Του ανήκει είναι πάντοτε δικό Του και δεν μοιράζετε ποτέ.
Εφτά αμαρτίες ήρθανε καβάλα πάνω στα νερά της Γαλιλαίας και χτύπησαν την πόρτα του πατέρα μου. Με καταράστηκε, μου είπε ότι είμαι η νύφη του Εωσφόρου και με διέταξε να φύγω και ποτέ να μην γυρίσω.
Από τότε, ένα κόκκινο φανάρι πάντοτε καίει στο παράθυρό μου και κάθε μερονύχτι χίλιοι άνδρες περνούνε αδιάκοπα απάνω στο κορμί μου. Ξαπλωμένη στο λεκιασμένο μου κρεβάτι σ' αυτό το δωμάτιο της ντροπής, γυρνώ το πρόσωπό μου προς το τοίχο και κάνω ξεδιάντροπους θορύβους έρωτα χωρίς έρωτα. Δαγκώματα και γρατζουνιές σκεπάζουνε το σώμα μου και το βυσσινί μου φόρεμα—πάντα ποτισμένο με τη βρωμιά του πουλημένου έρωτα—είναι συνέχεια ανοιχτό σε όλες τις φυλές του κόσμου.
Κύριε μου, κλείνω τα μάτια και ψάχνω να σε βρω στα πεινασμένα χείλη που σέρνονται στο σώμα μου και στα στριμμένα στόματα που με δαγκώνουνε στα στήθια ολονυχτίς. Πουλιέμαι σ' όποιο πληρώνει το κόστος της βραδιάς κι όλα τα έθνη αυτής της γης έχουν περάσει πάνω μου. Ξύνομαι κάθε πρωί και πλένομαι με μύρο, όμως η μπόχα της ξεδιάντροπης αγάπης πάντα πλανάται στον μολυσμένο αέρα. Κι όμως Κύριε μου, ακόμη είμαι το δεκατριάχρονο μικρό κορίτσι, αμόλυντο και ανέγγιχτο που πάντα περιμένει την ημέρα που θα γυρίσεις πίσω.
Τάκης Ζαχαρίου - Ποιήματα Κύπρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου